................................................."Κιτρινισμένες λιθο-γραφίες για τον Άνθρωπο και τις αξίες που χάθηκαν στην εποχή μας ανεπιστρεπτί..."

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~Αύγουστος 2018 ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

~~~

~~~

Σάββατο 12 Ιουνίου 2010

Η μεγαλύτερη πολιτική πλάνη είναι πως το κράτος ταυτίζεται με τους πολίτες του.

Οι κυβερνήσεις πέφτουνε μα η «απάτη» μένει...


Αυτό δεν ίσχυε παλιά, τότε που οι Ελληνες μετανάστευαν κατά χιλιάδες σε Γερμανία, Αυστραλία, Αμερική κ.λπ., δεν ισχύει ούτε και τώρα που ένας παντοδύναμος υπουργός Οικονομικών αντικαθιστά, με την υπογραφή του, τη Βουλή.
Από τους πρώτους διανοητές που έγραψαν γι' αυτό, ο Ζαν Μποντέν (1576) «διακρίνει το κράτος από τους πολίτες του, γιατί ισχυρίζεται ότι μερικές φορές ο λαός συμβαίνει να διασκορπίζεται σε διαφορετικές περιοχές, ή αλλιώς να καταστρέφεται εντελώς, μολονότι "η πόλη ή το κράτος" μπορεί να παραμένει "ατόφιο"». Θα «βρει» ή θα «δημιουργήσει» άλλους πολίτες, προφανώς. Ο πολυερμηνευμένος Ν. Μακιαβέλι, στην ταύτιση της «διαφθοράς» με την «ανικανότητα για ελεύθερη ζωή», τονίζει πως όταν μια ομάδα ή «παρέα» κατορθώνει να πάρει τον έλεγχο των θεσμών, εμποδίζει τους υπόλοιπους πολίτες να συμβάλουν στη λειτουργία τους. Και συμπληρώνει για τον ηγεμόνα πως «τίποτε δεν έχει περισσότερη σημασία από την τήρηση των προσχημάτων», ενώ η τήρηση του λόγου του είναι μια «υποχρέωση που, αν την πάρει σοβαρά, θα τον φέρει σε μειονεκτική θέση».
Αυτές οι αρχές αναφέρονται εδώ για να υπενθυμίσουν απλώς ότι τα θεωρούμενα πολλές φορές ως αυτονόητα, όπως η τήρηση των εξαγγελιών ή η ταύτιση κράτους και ευτυχίας των πολιτών, είναι πράγματα σχετικά που μέσα στην πολιτική θεωρία έχουν αντιμετωπιστεί με διάφορους τρόπους, όχι πάντα προφανείς. Σήμερα φέρ' ειπείν, μπροστά στην απολυτότητα και την αυθεντία της οικονομικής πολιτικής ή της «πολιτικής χώρου» του υπουργείου Εσωτερικών, ποια είναι τα πεδία της πολιτικής αμφισβήτησης ή της δημοκρατικής αντιπαράθεσης; Ποια είναι τα πεδία της «αρετής», μιας λέξης που έχει απαλειφθεί από το πολιτικό λεξιλόγιο, παρά την πληθώρα πολιτικών και τηλεσχολιαστών; Ας δούμε εάν τελικά οι πολιτικές αρετές ταυτίζονται με τις ιδιωτικές, όπως κατά κόρον υπονοούν πλείστοι όσοι τηλεσχολιαστές, στηρίζοντας μάλιστα την όποια κριτική τους σε αυτήν την ταύτιση, μεταφέροντας «επιμελημένα» -κατά τους ισχυρισμούς τους- τον «κοινό» λόγο ή την «κοινή» πείρα.
Οι «διαλογικοί» δημοκράτες δεν υπάρχουν πια, μπροστά στην κυριαρχία της μίας και μοναδικής άποψης, ενώ κάθε δυνατότητα δημοκρατίας εξαντλείται μπροστά σε κάποια νέα εκλογική αναμέτρηση που θα «οργανωθεί» διπολικά, ως «πολιτική ή χάος».
Από την άλλη πλευρά, το κύριο στίγμα των πολιτών και η «αρετή» τους είναι μια ήπια παθητικότητα που, κατά τον Μακιαβέλι, περιλαμβάνει την υπακοή. Το πολιτικό πρόταγμα στις μέρες μας εμφανίζεται ως απαίτηση αποκλεισμού κάθε διαφορετικής θέσης. Για μια σειρά ετών κάποιοι πολιτικοί διαχειρίστηκαν με ανοίκειο τρόπο τα χρήματα του ελληνικού λαού. Ετσι σήμερα είμαστε υποχρεωμένοι -κατά τα λόγια των συναδέλφων τους- να ακολουθήσουμε μια στρατευμένη επιλογή, λίγο πολύ «αυθεντική». Για να μην υποστούμε χειρότερα, καθώς λένε, ασχέτως εάν τινές αυτών υπηρέτησαν στις τότε κυβερνήσεις των νυν κατηγορούμενων πολιτικών. Τσοχατζοπουλικοί, σημιτικοί, καραμανλικοί κ.λπ., επίγονοι κι απόγονοι.
Ασφαλώς οι πολιτικοί που έχουν εκλεγεί σήμερα δεν εξελέγησαν γι' αυτό που κάνουν και κανείς δεν μπορεί να επικαλεστεί τη δικαιολογία «δεν ήξερα». Μπορεί σε μια νέα εκλογική αναμέτρηση ο κ. Γ. Παπανδρέου να «σαρώσει» πάλι σε ποσοστά, η αλήθεια όμως είναι ότι τον εξέλεξαν για διαφορετικές δεσμεύσεις κι όχι για τις βασάνους που τώρα μας επιβάλλει. Εκτός φυσικά αν θεωρήσουμε ότι είναι ίδιον της πολιτικής μας ζωής, οι μέλλοντες πρωθυπουργοί να μην ξέρουν και οι παλαιοί να μην ομιλούν.
Είναι αδιανόητο το κρυφτούλι του τέως πρωθυπουργού κ. Καραμανλή, ο οποίος δεν εξηγεί τίποτε για το χάλι της οικονομικής πολιτικής του, όπως και του πρώην πρωθυπουργού κ. Σημίτη, τουλάχιστον για τη «στοχευμένη» επιλογή συνεργατών του...
Γιατί φυσικά δεν είναι πολιτική ο αναπροσδιορισμός της σωτηρίας για το μέλλον. Γιατί και παλαιότερα, στη δεκαετία του '60, όταν πρωτάρχιζε κάποιος να δουλεύει, από τους νυν προς σύνταξη, οι πολιτικές σωτηρίας για το μέλλον ήταν άπειρες, όπως και η προσδοκία της. Τώρα πια παρακαλεί για τη δεδουλευμένη σύνταξη. Γιατί κάποιος να πιστέψει ότι και στο μέλλον, μετά τη «σωτηρία» που θα μας παράσχει ο νυν πρωθυπουργός, δεν θα αναδυθεί κάποιος επίγονος με προθέσεις «σωτηρίας» του λαού του;
Και το πλέον απαράδεκτο είναι πως το κράτος εμφανίζεται χωρίς αρχές, καθυστερεί τη χορήγηση της σύνταξης, εν συνεχεία αναβάλλει τη χορήγηση της επικουρικής και το πληρωμένο εφάπαξ επί 2-3 χρόνια και δεν βγαίνει ο πολιτικά υπεύθυνος υπουργός να δηλώσει ευθέως ότι «όταν πρόκειται να βγείτε στη σύνταξη να ξέρετε, θα πεινάσετε, εάν δεν έχετε πεθάνει εν τω μεταξύ». Αφήνει το σχετικό έργο στους πρωινούς σχολιαστές οι οποίοι, με περισσή τάχα φιλολαϊκή «αφέλεια», πυροβολούν. Τι θέλετε; Να δώσει σ' εσάς την επικουρική ή το εφάπαξ και στους άλλους να μη δώσει τίποτα; Είναι σαν να αναλαμβάνουν κάθε φορά οι «ευνοημένες» ομάδες να χορηγούν τη δική τους σύνταξη στους υπολοίπους σε πνεύμα αναγκαστικής κρατικής αλληλεγγύης. Και αν είναι έτσι, εντάξει στο κάτω κάτω. Ας το πει όμως ο ίδιος ο υπουργός, ευχαριστώντας για την αλληλεγγύη, κι όχι τα «παπαγαλάκια», στοχοποιώντας όποιους τους βολεύει...
Αλλά το κράτος κρύβεται και πίσω από τη γραφειοκρατία που το ίδιο δημιουργεί, αυτή που δήθεν θέλει να καταργήσει. Και μετά; Μετά θέλει να προσελκύσει επενδύσεις ως πτωχή πλην τίμια κόρη. Η πολιτική πλέον εξελίσσεται έξω από τους γνωστούς θεσμούς της δημοκρατίας. Η οικονομική διαχείριση εξελίσσεται πέρα από τους διαχωρισμούς Δεξιάς/Αριστεράς, ενώ οι κηδεμόνες, στους οποίους δεν ερωτηθήκαμε αν θέλουμε να πάμε, κάνουν πλέον ορατό το γεγονός ότι νομιμοποιήσαμε μέσω των εκλογών μια κυβέρνηση της οποίας το πρόγραμμα δεν υποστηρίζεται από καμιά διαδικασία ενεργού εμπιστοσύνης, διότι δεν έχει καμία σχέση με εκείνο το οποίο είχε προτείνει. Ουσιαστικά η δημοκρατική νομιμοποίηση, στις μέρες μας, είναι η νομιμοποίηση ενός ηγεμόνα ο οποίος διαμορφώνει τη ζωή μας με βάση τα οικονομικά πρότυπα που επιλέγει, και με τα οποία οφείλουν να προσαρμοστούν τα πρότυπα κοινωνικής αλληλεγγύης και κοινωνικής συνοχής.
Τα συστημικά προβλήματα της ανισότητας, της αβεβαιότητας, της αστάθειας, της διαφάνειας εξετάζονται σύμφωνα με τις δυνατότητες του οικονομικού μοντέλου που διατηρεί μια ελίτ. Το ίδιο μοντέλο εναλλάσσεται ως προς τα πρόσωπα ενός κλειστού κύκλου, ανάλογα με την επιλογή κυβερνήσεων.
Ας είμαστε λοιπόν ευγνώμονες στους ηγεμόνες και στους πρίγκιπες επειδή μας επιτρέπουν ακόμα να ζούμε, και ας ξεχάσουμε ότι τους εκλέγουμε, αφού θέλουμε να «σωθούμε»...

* Του Δ.Κ. ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ

Ελευθεροτυπία, Σάββατο 12 Ιουνίου 2010

Κυριακή 6 Ιουνίου 2010

Μαριάννα Βεάκη - Παπουτσοπούλου: Η "φωνή" της ελεύθερης Ελλάδας



Η Μαριάννα Βεάκη - Παπουτσοπούλου ήταν η φωνή που συνέδεε τους αγωνιζόμενους Έλληνες για λευτεριά, ήταν η φωνή του παράνομου ραδιοφωνικού σταθμού του ΚΚΕ «Ελεύθερη Ελλάδα» στα χρόνια του εμφυλίου πολέμου και στα μετεμφυλιακά χρόνια «Η φωνή της αλήθειας», ήταν συντάκτρια και εκφωνήτρια.
Η Μαριάννα Βεάκη γεννήθηκε το 1918 στην Αθήνα, όπου έκανε τις εγκύκλιες σπουδές της, και στη συνέχεια εισήχθη στη Νομική Σχολή. Συμμετέχει ενεργά στον ΨΟΝΝ (Ψυχαγωγικός Όμιλος Νέων - Νεανίδων), πυρήνα της ΟΚΝΕ στην Κυψέλη, και στη συνέχεια το 1943, γίνεται μέλος του ΚΚΕ, μέσα από τις γραμμές του οποίου έλαβε μέρος στον αγώνα κατά της δικτατορίας Μεταξά και στο κίνημα Εθνικής Αντίστασης. Την ίδια εποχή γνωρίζονται με τον ηθοποιό Γιάννη Βεάκη, ο οποίος θα ήταν σύντροφός της στη ζωή και στον αγώνα, και παντρεύονται αρχές του 1941.
Μετά την απελευθέρωση, ο Γιάννης Βεάκης φεύγει με υποτροφία της γαλλικής κυβέρνησης για σπουδές στο Παρίσι. Τον ακολουθεί η σύζυγός του, η οποία προσλαμβάνεται τον Σεπτέμβριο του 1946 στη Γαλλική Ραδιοφωνία ως συντάκτρια και εκφωνήτρια στην ελληνική εκπομπή του "Ici Paris". Ταυτόχρονα η Μαριάννα Βεάκη σπουδάζει Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης και συμμετέχει στην κομματική οργάνωση των φοιτητών.
Κατά την περίοδο του εμφυλίου πολέμου, το ζεύγος, ανταποκρινόμενο σε έκκληση του ΚΚΕ, εγκαταλείπει τον Απρίλιο του 1948 το Παρίσι. Ο Γιάννης κατευθύνεται στο αντάρτικο και η Μαριάννα στην έδρα του ραδιοφωνικού σταθμού "Ελεύθερη Ελλάδα", όπου εργάζεται ως συντάκτρια και εκφωνήτρια στις καθημερινές εκπομπές του. Οργανώνει, όμως, συντάσσει και εκφωνεί επίσης τα κείμενα μιας ειδικής εκπομπής του ΡΣΕΕ στα γαλλικά. Από τη Γιουγκοσλαβία και την Ουγγαρία συνεχίζει τη δουλειά της στη Ρουμανία. Επίσης εργάζεται ως δημοσιογράφος στη «Νέα Ζωή», εφημερίδα του Συλλόγου Ελλήνων Προσφύγων.
Μετά τις περιπέτειες του ραδιοφωνικού σταθμού και την επανέναρξη των εκπομπών του, το 1957, η Μαριάννα Βεάκη εγκαθίσταται στην Ανατολική Γερμανία και συνεχίζει ως συντάκτρια και εκφωνήτρια την εργασία της στον σταθμό. Συνεργάζεται επίσης, με το ψευδώνυμο Μαριάννα Σταύρου στο πολιτιστικό περιοδικό «Ο Πυρσός», όπου παρουσιάζει νέες εκδόσεις και γράφει βιβλιοκριτικές. Μετά τη διάσπαση του ΚΚΕ, το 1968, απολύεται από τον σταθμό, παραμένει όμως στην Ανατολική Γερμανία ώς τον επαναπατρισμό της το 1980.
Επανερχόμενη στην Αθήνα αναπτύσσει δραστηριότητα στο ΚΚΕ Εσωτερικού και στον Συνασπισμό, ενώ συνεργάζεται ως μεταφράστρια με την εκπαιδευτική τηλεόραση της ΕΡΤ και με ερευνητές για την έκδοση ιστορικών βιβλίων. Η Μαριάννα Βεάκη ήταν παλαιό μέλος του Πανελλήνιου Συνδέσμου Δημοσιογράφων Αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης 1941-44.
Η τελευταία δημόσια εμφάνιση της Μαριάννας Βεάκη - Παπουτσοπούλου ήταν στις 26 Οκτωβρίου 2009, στο σπίτι της Κύπρου, στα εγκαίνια της έκθεσης «Στους αφανείς… Ένα αργοπορημένο ευχαριστώ», εκδηλώσεις μνήμης για τα εξήντα χρόνια από το τέλος του Εμφυλίου.

Στην εισαγωγή του βιβλίου της «Ελεύθερη Ελλάδα» «Η Φωνή της Αλήθειας» η ιστορικός Βάσω Ψιμούλη γράφει:
Η γνωριμία με τη Μαριάννα Βεάκη, εκφωνήτρια του σταθμού από το 1948 μέχρι το 1968, υπήρξε καθοριστική. Η ίδια ανάλωσε τη ζωή της και της οικογένειάς της για όσα αφειδώλευτα μου εξιστόρησε. Μου άνοιξε δρόμους για την κατανόηση της λειτουργίας του σταθμού και τη δυναμική των πολιτικών, κοινωνικών και προσωπικών σχέσεων που είχαν αναπτυχθεί στο εσωτερικό του. Η αφηγηματική ικανότητα αναπαράστασης καταστάσεων και χαρακτήρων, η εγρήγορση της μνήμης, η ακρίβεια της έκφρασης, η ασυμβίβαστη τόλμη των κρίσεων, η άγρυπνη ετοιμότητα διόρθωσης των πραγματολογικών κενών και ανακριβειών της δουλειάς μου με ξενάγησαν στα άδυτα μιας ομάδας έγκλειστων αγωνιστών, που διαβίωναν σε συνθήκες ακραίας παρανομίας και απόλυτης απομόνωσης. Της οφείλω πολλά και μου δίνει ακόμη και σήμερα κουράγιο η γνωριμία της. Εύχομαι η παρούσα έκδοση να μην την απογοητεύσει. Ευχαριστίες οφείλω και στον Νίκο Γουλανδρή, που τόσο εκτιμά και νοιάζεται τη Μαριάννα Βεάκη. Συναντηθήκαμε στα ΑΣΚΙ. Το ενδιαφέρον του για τον σταθμό και την ιστορία του βοήθησαν την έρευνά μου.

(σελ.129-130, Βάσω Ψιμούλη «Ελεύθερη Ελλάδα» «Η φωνή της Αλήθειας», ΑΣΚΙ - Εκδόσεις Θεμέλιο, 2006)

*εφημ. "Η ΑΥΓΗ" ημερ. δημοσίευσης: 06/06/2010